- ἰαμβέλεγος
- ἰαμβέλεγοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ιαμβέλεγος — ἰαμβέλεγος, ὁ (Α) ασυνάρτητος στίχος που αποτελείται από το πρώτο μέρος ιαμβικού τριμέτρου και από το δεύτερο μισό ελεγειακού πεντάμετρου … Dictionary of Greek
ἰαμβέλεγοι — ἰαμβέλεγος masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἰαμβέλεγον — ἰαμβέλεγος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ίαμβος — Μέτρο της αρχαίας ελληνικής ποίησης. Ο ιαμβικός πους (ί.) αποτελείται από δύο συλλαβές, μία βραχεία και μία μακρά. Η ετυμολογία της λέξης είναι αμφίβολη· η λέξη ί., όπως και οι θρίαμβος, διθύραμβος, είναι μάλλον προελληνικές. Πιθανόν να είχαν… … Dictionary of Greek